Φαντάσου…
Φαντάσου πως είναι να ζεις στον μικρόκοσμο σου, στη βολεμένη σου καρέκλα, κι η δουλειά σου είναι να υπηρετείς τη ντροπή και το άδικο. Να βγάζεις μεροκάματο προσπαθώντας να μετατρέψεις το άσπρο σε μαύρο από κανάλι σε κανάλι και να αναπαράγεις υπερβολές που ούτε παιδί του δημοτικού δε θα τολμούσε να ξεστομίσει.
Φαντάσου να ζεις σ’ έναν κόσμο που όλα σου ήρθαν δεξιά, να εκτελείς πιστά οδηγίες ανωτέρων για να είσαι αρεστός, ο καθωσπρέπει κι ο ωραίος της κοινωνίας. Φαντάσου, με ένα όπλο, μιαν ασπίδα κι ένα ρόπαλο πόση δύναμη αντλείς, πόσο σπουδαίος και τρανός μοιάζεις. Βλέπεσαι στον καθρέφτη και λες, «τι ωραίος που είμαι ο άτιμος, με τρέμουν όλοι».
Με τρέμουν ρε, έχω όπλο, ασπίδα, ρόπαλο, μπλοκάκι. Μπορώ να αραδιάσω ότι μου έρθει στο κεφάλι χωρίς συνέπειες, χωρίς δισταγμό, με προέδρους, υπουργούς και δημοσιογράφους να μου κάνουν πλάτη.
Τώρα φαντάσου έναν κόσμο, λίγο πιο πέρα από την μικρή γη τούτη που βρέχει η Μεσόγειος. Να σε βομβαρδίζουν μέρα και νύχτα, να κλαίει το παιδί, να μην έχει να φάει ούτε να πιει, να πονάς που καίγεται η πόλη. Ήρθαν να δουν αν ζεις γιατί οι άλλοι γύρω πέθαναν κι όλο ερείπια βλέπει το μάτι ενώ γεμίζει συνέχεια σκόνη και χώμα.
Και σε ταξιδεύει ο αγέρας ή η θάλασσα προς τα μέρη μας, να ζήσεις κι εσύ διψάς όπως όλοι μας και κατεβαίνεις αδερφέ με τη ψυχή στο στόμα σου και στους ώμους του κόσμου όλα τα βάρη και μέσα σου βάσανα ολάκερα. Κι είσαι μόλις δεκατέσσερα.
Μόλις δεκατέσσερα, παιδί της γης ετούτης, σαν εμένα, σαν τα αδέρφια μας απανταχού τα κολασμένα, κι είδες τους τρελούς με τα κίτρινα στη γειτονιά σου, έξω απ’ το σπίτι να τραγουδούν για τα ιδανικά με την πυγμή τους, το λιοντάρι να δεσπόζει κι ατσαλένια η ψυχή τους, στη γειτονιά τους, στη γειτονιά σου, χωράμε όλοι να πας να τους πεις κι όποιοι διαφωνούν ύψωσε τους τη γροθιά σου ή κάνε τους το τριάρι που σου έμαθαν.
Ξέρεις πως πια, το μικρόβιο κόλλησε και σένα, τις ξέγνοιαστες σου μέρες, που δεν θα φεύγουν πύραυλοι πάνω απ’ το κεφάλι σου, δεν θα τρυπάνε τα αυτιά πολεμικά αεροσκάφη, τις ημέρες τούτες που δεν θα κοιμάσαι με το ένα μάτι ανοιχτό θα τις περάσεις μαζί μας. Με τα κίτρινα σου, όπως τα παιδιά στη γειτονιά, με τη ψυχή σου στη θέση της και τη γροθιά σου υψωμένη. Όπως προχθές, την Κυριακή, που με το keffiyeh σου και ντυμένος στα κίτρινα ήρθες να δεις την αγάπη της ζωής μας, εκείνη που σου λέγαν τα παιδιά, εκείνη που υμνούν οι τρελοί στη γειτονιά και οι τρελοί σε κάθε γειτονιά και στενό της πόλης. Εδώ που σε ταξίδεψε ο αγέρας να γλιτώσεις από τη βία, τον πόλεμο και τη γενοκτονία.
Εδώ που ήρθες να υμνήσεις την ίδια αγάπη με τη δική μας, ξέφυγες από τις βόμβες, τους όλμους και τις σφαίρες, πέρασες από χίλια μύρια κύματα και σου αξίζει λίγη ξεγνοιασιά, βρήκες στον δρόμο σου να σε ποτίζουν χημικά δειλοί και άνανδροι. Άνθρωποι που δεν θα άντεχαν να ζήσουν ούτε λεπτό στον πραγματικό κόσμο που επιβίωσες, στην πραγματική ζωή, έξω από τον μικρόκοσμο τους δεν θα μπορούσαν να πάρουν ανάσα χωρίς όπλο, ασπίδα, ρόπαλο, μπλοκάκι. Μα εσύ λέει βρήκες δύναμη και στάθηκες ξανά, έτσι λένε τα παιδιά απ’ τη γειτονιά, υψωμένη γροθιά, παλαιστινιακό στο λαιμό και τραγούδι μέχρι να πονέσουν τα λαρύγγια.
Ανέκαθεν, η καρδιά μας κτυπούσε μέσα στους αδύναμους και τους καταφρονεμένους, από παιδιά η μάνα μας ΑΕΛ μας αγκάλιασε και μας έδειξε πως κι εμείς έχουμε μια οικογένεια, όσο τα κανάλια (καλή ώρα) μας αποκαλούσαν όλους παλιόπαιδα κι αλήτες. Πάντα θα θαυμάζουμε τα παιδιά που παλέψαν με το αίμα και τον ιδρώτα τους να φτάσουν εδώ που έφτασαν και πάντα θα σεβόμαστε τους ανθρώπους, όχι τις στολές, θα κοιτάμε στα μάτια τον κάθε Α. και θα του απλώνουμε το χέρι, γιατί αν κάτι μας έμαθε η ΑΕΛ είναι όσα χρόνια κι αν περάσουν να παραμένουμε πιστοί, ιδεολόγοι, αγνοί και ρομαντικοί ΑΝΘΡΩΠΟΙ.
Φαντάσου να είσαι παιδί απ’ την Παλαιστίνη, να σε ποτίζουν χημικά έξω από το γήπεδο γιατί πήγες να παρακολουθήσεις τη νέα σου αγάπη. Να σε αγκαλιάζουν οι τρελοί, να σε κάνουν οικογένεια, κι εσύ να νιώθεις ξανά πως ανήκεις κάπου. Πόση δύναμη χρειάζεται να είσαι παιδί απ’ την Παλαιστίνη.
Φαντάσου, με ένα όπλο, μιαν ασπίδα κι ένα ρόπαλο πόση δύναμη αντλείς, πόσο σπουδαίος και τρανός θα είσαι. Βλέπεσαι στον καθρέφτη και λες, «τι ωραίος που είμαι ο άτιμος, με τρέμουν όλοι». Φαντάσου πως είναι να ζεις στον μικρόκοσμο σου, με όπλο, ασπίδα, ρόπαλο, μπλοκάκι, να ποτίζεις 14 χρόνα χημικά, να κτυπάς άτομα σε τροχοκάθισμα και να πνίγεις μέχρι ασφυξίας 17 χρόνα.
Φαντάσου πως είναι να ζεις στον μικρόκοσμό σου, να νιώθεις πως έχεις όλη τη δύναμη του κόσμου μπροστά στον καθρέφτη, μα δεν μπορείς να δεις πέρα από τη μύτη σου, γι’ αυτό αραδιάζεις αρλούμπες σαν αυτή που ακολουθεί πιο κάτω. Ενώ δεν μπορείς να κατανοήσεις πως διάολο ένα παιδί 14 χρονών μόνο με το keffiyeh και τα κίτρινα είναι δυνατότερο και πιο θαρραλέο από εκείνους που είναι ντυμένοι σαν αστακοί, βαράνε στο ψαχνό και πετάνε χημικά.
Φαντάσου να είσαι παιδί απ’ την Παλαιστίνη και να νομίζουν πως τα χημικά μπορούν να σε λυγίσουν.
Φαντάσου να είσαι παιδί απ’ την Παλαιστίνη σε έναν κόσμο που οι περισσότεροι ζουν στον μικρόκοσμό τους.
Φαντάσου…
Υ.Γ Λευτεριά στο Λαό της Παλαιστίνης και σε όλα τα πλάσματα που μάχονται εκεί έξω, έστω και για μια στάλα ελευθερίας.